Πόσες μέρες για τα Χριστούγεννα μαμά ;

 

 


 

Για αυτό εδώ το παραμυθάκι, χρειάστηκαν μερικές σελίδες από αγαπημένα παιδικά βιβλία. Μπορείς να αναγνωρίσεις αν είναι μέσα κάποια από τα αγαπημένα σου;

Αν πάλι όχι, σε καλώ να τα γνωρίσεις, να τα αποκτήσεις και να τα διαβάσεις, γιατί σίγουρα θα σου κρατήσουν την καλύτερη παρέα. 

Στο τέλος αυτού του παραμυθιού, θα βρεις τη λίστα με τους τίτλους των παιδικών βιβλίων που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό εδώ το παραμυθάκι. Κάνε κλικ στον τίτλο και θα μεταφερθείς σε μια άλλη ιστοσελίδα για να μπορέσεις να το παραγγείλεις. 

 Αποτελούν το κάθε ένα ξεχωριστά, μια ιδανική πρόταση για Χριστουγεννιάτικο δώρο στα αγαπημένα σας πρόσωπα. 


Αφιερωμένο στην κόρη μου Στέλλα <3 

Μπορείτε να δείτε και να ακούσετε το βίντεο εδώ.

****************************************************************

Μια φορά κι έναν καιρό,

σε μια πόλη πολύ μακριά από εδώ,

ζούσε ένα κοριτσάκι μικρό,

Στέλλα ήταν το όνομα της το γλυκό.


 Η Στέλλα περίμενε τα Χριστούγεννα με ανυπομονησία,

τα δώρα και τα γλυκά ήταν η μεγάλη της λατρεία.

Μα καθώς οι μέρες πλησίαζαν και τις μετρούσε αντίστροφα μία μία,

εξέφρασε στη μητέρα της μια μεγάλη απορία.


<<Μαμά, έχεις δει ποτέ τον Άγιο Βασίλη από κοντά;

Είναι αλήθεια ότι έχει μια φουσκωτή κοιλιά;

Έχει άσπρη γενειάδα και κόκκινο σκουφί;

Υπάρχει πραγματικά ή όχι, αφού από κοντά κάνεις δεν τον έχει δει! >>


Η μαμά της Στέλλας άκουγε προσεκτικά,

μα πριν προλάβει να δώσει απάντηση σε όλα αυτά,

η μικρή Στέλλα φώναξε όλο χαρά

<<Μόλις μου ήρθε μια ιδέα, στα ξαφνικά!

Μέχρι να έρθουν τα Χριστούγεννα δεν θα κοιμηθώ,

καρτέρι θα στήσω, στρατιωτάκι σωστό.

Θα πιάσω στα πράσα τον Άγιο Βασίλη μόλις προσγειωθεί, 

και ακούσω τα βήματα από τους ταράνδους του πάνω στη σκεπή. >>


<<Ωχ κακό μεγάλο που μας βρήκε. Τι συμφορά! >>,

έλεγε και ξαναέλεγε συνέχεια η μαμά. 

Ήταν πολύ κουρασμένη και νύσταζε η καψερή, 

έλα όμως που η μικρή Στέλλα δεν έλεγε να κοιμηθεί. 

Ήταν αποφασισμένη τον Άγιο Βασίλη να δει από κοντά, 

και αγνοούσε εντελώς της μαμάς τα χασμουρητά. 


Η μαμά της και τι δεν έκανε για να την πείσει να κοιμηθεί. 

Ζεστό γαλατάκι και απαλή μουσική. 

Την σκέπασε ακόμη και με τη κουβέρτα της τη ζεστή.

Μα η Στέλλα αντί να νυστάξει, είχε αναζωογονηθεί. 

Μπροστά από το τζάκι παραφύλαγε και μετρούσε τα λεπτά, 

<<Πόσες μέρες ακόμη για τα Χριστούγεννα μαμά; >>


Η μαμά όμως δεν είχε αντοχές,

τα μάτια της έκλειναν, δεν την έπιανε ο καφές.

<<Μα που τη βρίσκει τόση ενέργεια αυτό το παιδί,

θέλω να κοιμηθώ μέχρι τα Χριστούγεννα σερί.>>


Η Στέλλα είχε κατασκηνώσει μπροστά στο τζάκι για τα καλά,

και η μαμά ονειρευόταν με τα μάτια της ανοιχτά.

Ξαφνικά μια ιδέα ήρθε στο κεφάλι της μαμάς, 

Κι ευθύς αμέσως ντύθηκε και πήγε στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς. 

<<Τι πιο καλύτερο από το να διαβάσουμε ένα καινούργιο παραμυθάκι, 

είμαι σίγουρη πως έτσι θα κοιμηθεί μέσα σε ένα λεπτάκι>>. 

Είπε και έβαλε στο καλάθι της αμέτρητα βιβλία, 

Ούτε ένα, ούτε δύο, ουτε τρία!


Κάθισαν και οι δύο δίπλα στο τζάκι, αναπαυτικά

και η μαμά έβγαλε και φόρεσε τα γυαλιά. 

Έπιασε με το χέρι της ένα από τα βιβλία 

<<Είσαι έτοιμη, αρχίζει η πρώτη ιστορία. 

"Μια φάτνη για τον Αστέρη", διάβασε τον τίτλο δυνατά,

κρατώντας την Στελλίτσα σφιχτά στην αγκαλιά. 


<<Μια νύχτα μαγική

μ'άστρο να τον οδηγεί, 

περπατούσε μες στο χιόνι, 

μπήκε στη μεγάλη πόλη. >>


<<Μαμά, ο Άγιος Βασίλης ξέρει σε ποια πόλη μένουμε; >>, διέκοψε η Στέλλα τη μαμά

και την άφησε  μόνη το βιβλίο να κοιτά. 

Συνέχισε να κάνει ερωτήσεις τη μια μετά την άλλη,

όσο η μαμά κρατούσε με τα δύο της χέρια το κεφάλι.

 

Η μαμά αμέσως έσκυψε και σήκωσε ένα άλλο βιβλίο. 

<<Αναζητώντας την αγάπη>>, διάβασε τον τίτλο δυνατά όλο μπρίο. 

Η Στέλλα γύρισε πίσω στη ζεστή της αγκαλιά,

παρατηρούσε τα χρώματα στο βιβλίο και άκουγε  προσεκτικά. 


<<Πλησιάζουν Χριστούγεννα…. Όλοι έχουν μπει στο χορό της προετοιμασίας για τη μεγάλη γιορτή. Παντού, καθαρά και φωτεινά σπίτια, γεμάτα λαμπιόνια…. >>


<<Μαμά λαμπιόνια!! Δεν έχουμε αρκετά λαμπιόνια. Πως θα βρει ο Άγιος Βασίλης το σπίτι μας αν δεν έχουμε πολλά λαμπιόνια. Πρέπει να πάμε να αγοράσουμε κι άλλα… >>


Η μαμά αγανάκτησε κι έκλεισε το βιβλίο, 

<<Το να διακόπτεις δεν είναι καθόλου ωραίο, ούτε αστείο. 

Σου υπόσχομαι θα πάμε αύριο να αγοράσουμε λαμπιόνια πολλά, 

έλα κλείσε τα μάτια να κοιμηθούμε, είναι αργά. >>


Η Στέλλα κάθισε δίπλα της και υποσχέθηκε δεν θα ξαναβγάλει μιλιά, 

της έδωσε ένα άλλο βιβλίο και της είπε <<Είμαι όλη αυτιά>>. 


<<Ένα σπίτι για το κοτσύφι>>, άρχισε το διάβασμα ξανά η μαμά, 

προσπαθώντας να κρατήσει τα μάτια της ανοιχτά. 


<<…. Του άρεσε η θέα από ψηλά και τα σχήματα που σχημάτιζαν σχέδια φανταστικά, παράξενα, μοναδικά. Καθώς ο αέρας φυσούσε, ο κότσυφας διέκρινε άλλοτε μια τεράστια φάλαινα να κολυμπάει στο απέραντο γαλάζιο τ'ουρανού. Κι άλλοτε ένα κοπάδι πρόβατα να βόσκει σε ένα λιβάδι θαλασσί. Αυτό είναι θα φτιάξω τη φωλιά μου στο ψηλότερο δέντρο του δάσους, να βλέπω τα σύννεφα… >>


<<Μαμά γιατί εμείς έχουμε τόσο μικρό δεντράκι; Μήπως να βρούμε κι εμείς ένα ψηλότερο σαν το κοτσύφι; >>.



Τότε ήταν που η μαμά έχασε κάθε ελπίδα για να κοιμηθεί…..

Έτσι δεν είχε άλλη επιλογή. 

Στη κουζίνα πήγε να φτιάξει άλλο ένα καφεδάκι ζεστό, 

όσο η Στέλλα ξεστόλιζε το δεντράκι τους το μικρό. 

Ήταν αποφασισμένη να στολίσουν ένα δέντρο πολύ ψηλό, 

που να έχει επάνω ένα αστέρι φωτεινό. 


<<Μαμά θέλω το αστέρι μας να είναι τόσο φωτεινό, όσο αυτό εδώ το βιβλίο. Έλα διάβασέ το μου>>

<<Καλά Χριστούγεννα Αστέρι>>, διάβασε η μαμά τον τίτλο δυνατά, 

κι άρχισε την αφήγηση με τη φωνή της τη γλυκιά. 


<<Κάθε βράδυ λοιπόν το πλησίαζα όσο περισσότερο μπορούσα. Φαντάσου, καλέ μου φίλε, ότι άρχισα να πονάω από το πολύ τέντωμα. Βέβαια δεν μπορώ να πω με βοήθησε όλη αυτή η προσπάθεια ώστε να γίνω πιο λαμπερός.  Να σκεφτείς οι φίλοι μου στον ουρανό, άρχιζαν να με φωνάζουν Λαμπράκη. Τόσο πολύ έλαμπα…. >>


Και καθώς συνέχιζε το διάβασμα η μαμά,

τα βλέφαρά της Στέλλας γινόταν όλο και πιο βαριά. 

<<Επιτέλους θα κοιμηθεί>>, σκέφτηκε η μαμά 

και άρχισε να φαντάζεται ένα ζεστό μπάνιο σαν σπα. 


<<Μπουρμπουλήθρες!! >>, της ξέφυγε της μαμάς, αντί να το σκεφτεί το είπε δυνατά, 

και η Στέλλα πετάχτηκε πάνω με τα τα ματιά ανοιχτά. 


<<Μαμά θέλω και εγώ να κάνω μπάνιο και να πλυθώ, 

με βρώμικα χέρια δεν μπορώ να κοιμηθώ. 

Να κοίτα κι αυτό εδώ το βιβλίο το λέει μπροστά

"Χεράκια καθαρά…. Μικρόβια μακριά." >>


Η μαμά άνοιξε το βιβλίο και άρχισε να διαβάζει ξανά, 

και όλο απογοήτευση, της έφυγε η ιδέα από το μυαλό για σπα. 


<<Η ζωή στην Κουκίδα δεν διέφερε σε τίποτα από τις άλλες πόλεις της Γης. Η μόνη διαφορά ήταν ότι οι κάτοικοι δεν ήταν άνθρωποι, αλλά μικροί οργανισμοί που ονομαζόταν μικρόβια. Το καθένα από αυτά είχε το δικό του όνομα και ήταν μοναδικό. Όπως και οι άνθρωποι. >>


<<Είδες προφανώς θα κοιμόταν και σαν τους ανθρώπους>>, συμπλήρωσε η μαμά. 

 <<Μα μαμά αν κοιμηθώ, δεν θα δω τον Άγιο Βασίλη. Θέλω τόσο πολύ να τον συναντήσω. >>

 

Δίχως να χάσουν λεπτό πήγαν στο μπάνιο και η Στέλλα άρχισε να πλατσουρίζει και να τραγουδάει έναν στίχο από το αγαπημένο της βιβλίο "ΣΩΜΑ ΧΕΡΙΑ ΚΑΘΑΡΑ".

<<Βλέπεις; Δύσκολο δεν είναι να είσαι πάντα καθαρός.

Πλένεις πάντα τα χεράκια,

κάνεις μπάνιο με παπάκια,

δεν ξεχνάς και τα δοντάκια.

Βάζεις ρούχα καθαρά,

τα 'χεις κάνει όλα σωστά!>>

 

<<Εμπρός πάμε για ύπνο γρήγορα!>>, είπε η μαμά

κι άρχισε να διαβάζει άλλο ένα παραμύθι σιγά σιγά.

 

<<Ρίνος το πιο ξεχωριστό μπαλόνι>>

<<....Ο Ρίνος συνέχισε να κοιτάει τον εαυτό του στον καθρέφτη, φανερά απογοητευμένος. "Παιδί μου όλοι έχουμε κάτι ξεχωριστό,μοναδικό θα έλεγα, μα μην το ψάχνεις στον καθρέφτη. Αυτό βρίσκεται μέσα σου και πρέπει να το ανακαλύψεις." ...>>


<<Μαμά γιατί είναι λυπημένος ο Ρίνος;>>

<< Γιατί οι μπαλονοσυμμαθητές του τον κοροιδεύουν και όπως έχουμε πεί αυτό δεν είναι καθόλου σωστό.>>

<<Σωστά δεν είναι καθόλου ωραίο. Θα πρέπει ο Ρίνος να γίνει πάλι χαρούμενος όπως αυτό εδώ το κόκκινο μπαλόνι>>, είπε η Στέλλα και έδειξε ένα άλλο βιβλίο.

<Αυτός εδώ είναι ο Μπαφ το μπαλόνι, ένα κόκκινο στρογγυλό μπαλόνι από την Μπαλούνια που θέλει να πετάξει μακριά και να γνωρίσει τους ανθρώπους. Θέλει να ζήσει έξω από τα όρια της πόλης και είναι χαρούμενος γιατί οι γονείς του, τον αφήνουν να ακολουθήσει τα όνειρα του >>


Η Στέλλα άκουγε προσεκτικά τη μαμά που συνέχισε με το επόμενο βιβλίο " Το Μαγικό Ταξιδι της Σοφίας"

 

<<Ένας πολύχρωμος μονόκερος, στα χρώματα του Ουράνιου τόξου, στεκόταν μπροστά από το σπίτι της! Εκείνος ήταν που της μιλούσε τόση ώρα! Εντυπωσιάστηκε τόσο από τα χρώματα του, όσο και από την ευγενική φυσιογνωμία του....>>


και συνέχιζε με το επόμενο βιβλίο "Θα είμαι πάντα κοντά σου"

<<Ναι αρκουδάκι μου. Πάρε αυτό το μαγικό κουτί και βάλε μέσα το κλειδί της ντουλάπας. θα την κλειδώνουμε καλά πριν κοιμηθείς, εξάλλου έχει μέσα μόνο ρούχα. Κοιμήσου τώρα...>>


<<Κοιμήσου τώρα Στέλλα , είδες το λέει και το βιβλίο...>>, η μαμά δεν το έβαζε κάτω, ήταν αποφασισμένη να την κοιμίσει πάση θυσία, 

μιας και σε λίγο άρχιζε η αγαπημένη της ταινία. 

<<Έλα κλείσε τα ματάκια σου, κάνε μου τη χάρη, 

Κοίτα έξω πώς φωτίζει το φεγγάρι. 

Τα Χριστούγεννα αργούν ακόμα, πρέπει να κοιμηθείς, 

τον Άγιο Βασίλη, δύσκολο από κοντά να δεις. 

Θα είναι πολύ απασχολημένος με το να μοιράζει τα δώρα στα παιδιά, 

σε κάθε σπίτι που επισκέπτεται κάθεται μόνο για λίγα λεπτά. 

Ας διαβάσουμε άλλο ένα παραμυθάκι, άκου τη μανούλα 

αυτό εδώ μοιάζει να έχει μια υπέροχη, για ύπνο, ιστοριούλα>>.


<<Όταν ο χρόνος ζωγραφίζει>>, διάβασε η μαμά και συνέχισε λιγάκι νυσταγμένη. 

<<Έφτιαχναν χιονάνθρωπο με τεράστιες, άσπρες, κατάλευκες και ολοστρόγγυλες χιονόμπαλες. Τσουλούσαν με το έλκηθρο  πάνω σε άσπρες, κατάλευκες βουνοπλαγιές. Σχημάτιζαν αγγελάκια πάνω στο άσπρο, κατάλευκο αφράτο χιόνι. >>


<<Χιόνι; Μαμά πότε θα χιονίσει ; Πώς θα πετάξει το έλκηθρο του Αγίου Βασίλη αν δεν έχουμε χιόνι. >>, είπε η Στέλλα κι έτρεξε στο παράθυρο να δει ψηλά στον ουρανό. 

<<Αχ πώς θα περάσει το βράδυ αυτό;>>, 

αναρωτήθηκε η μαμά και έδειξε στη Στέλλα ένα άλλο βιβλίο,το <<Ηλιοτρόπιο>> μια ποιητική συλλογή.

<<Κοιτά μαμά, ο αγαπημένος μου μήνας ασυζητητί!!!>

 είπε η Στέλλα ενθουσιασμένη και έδειξε τη σελίδα με τον μήνα Δεκέβριο και συνέχισε <<Διάβασέ μου λιγάκι μαμά.>>.


<<Ο Δεκέμβρης με σκουφί,

κάλαντα βγήκε να πει,

μα το κρύο τσουχτερό,

δες,πως σφίγγει το παλτό.

Τώρα γάντια θα φορέσει,

χιονοπόλεμο να παίξει.

Να, η χιονόμπαλα σφυρίζει

και η μύτη κοκκινίζει...>>


<<Μαμά ξέρεις ποιος άλλος έχει κόκκινη μύτη; Ο Ρούντολφ!>>

 

Η μαμά πλέον κουτουλούσε πάνω στο βιβλίο,

από τη νύστα σαν να ένιωθε ρίγος και κρύο. 

<<Ας ανάψω λίγο το τζάκι να ζεσταθούμε,

μήπως χαλαρώσουμε και αποκοιμηθούμε.>>,

είπε και σαν πήρε τη Στέλλα πάλι αγκαλιά,

ακούσε ένα δυνατό γουργουρητό από τη μικρή της την κοιλιά.


<<Μαμά πεινάω..>> , είπε η Στελλίτσα, << Τι θα έλεγες να φτιάχναμε μια συνταγή από αυτό εδώ το βιβλίο;

Να κάνουμε τηγανίτες ή τυροπιτάκια ; 

Μήπως κολοκυθόπιτα ή μήπως ντονατάκια; 

 

<<Το ημερολόγιο ενός μικρού Σεφ>>, διάβασε η μαμά

<<Ωχ!Βλέπω η κουζίνα μας να παίρνει φωτιά.

Ας φτιάξουμε αβγόφετες αυτή εδώ την εύκολη τη συνταγή,

μιας και έχουμε αβγά και μπόλικο ψωμί.

 

 Στην κουζίνα πήγανε και ακολούθησαν τα βήματα από το βιβλίο,

<< Σπάμε τα αβγουλάκια και τα χτυπάμε καλά.

Ρίχνουμε και λίγο γάλα, έτσι για τη νοστιμιά.

Κόβουμε το ψωμί φετούλες και το κάνουμε βουτιά. 

Γρήγορα τις δίνουμε στη μαμά να τις τηγανίσει,

μόλις αυτές ροδίσουν το σπίτι θα μοσχομυρίσει.>>

 

Η Στέλλα άρχισε να τρώει τις νόστιμες αβγόφετες τη μια μετά την άλλη,

σωστή Μάστερ Σεφ, με τη ποδιά της και τον σκούφο στο κεφάλι. 

Η μαμά έπιασε στην τύχη, ένα άλλο παραμυθάκι,

<< Τώρα που γέμισε η κοιλιά, θα κοιμηθεί σαν πουλάκι>>,

σκέφτηκε και άρχισε να διαβάζει ένα βιβλίο το

<<Η Μαντάμ Βουάλ Βισκόζ και το τρίγωνο των Βελούδων>>.

 

Η Στέλλα άκουγε προσεκτικά και παρατηρούσε τις πολύχρωμες εικόνες.


<<...όπως ήταν φυσικό, η ανακοίνωση αυτή έφερε αναστάτωση. Μέσα σε λίγες μόνο ώρες γέμισαν οι δρόμοι διαδηλώσεις,αναταραχές και ρυθμικά συνθήματα. Δεν είμαστε οι κάλτσες για τη χωματερή, έχουμε ψυχή και είναι τρομερή. Θέλουμε να πάμε στο τρίγωνο Βελούδων, κι ας γίνουμε μετά και ύφασμα αρκούδων.>>

 

<<Μαμά, μαμά γιατί οι κάλτσες θέλουν να πάνε στο τρίγωνο των Βελούδων;>>

<<Γιατί εκεί υπάρχει το πιο γνωστό εργοστάσιο ανακύκλωσης υφασμάτων.>>

 

<< Μαμά μήπως να στείλουμε και τη δική μου Χριστουγεννιάτικη κάλτσα εκεί; Είναι πολύ μικρή, δεν τη θέλω. Δεν θα χωρέσει το δώρο μου μέσα... >>

<<Εντάξει θα τη στείλουμε, κλείσε τώρα τα ματάκια σου να κοιμηθείς>>

<<Πόσες μέρες ακόμη για τα Χριστούγεννα μαμά;>> 

 

<Αααα > χασμουρήθηκε η μαμά και πήγε να κλείσει τα μάτια της.

Συνέχισε να διαβάζει ένα άλλο βιβλίο το << Με λένε Πάτρα>>, έχοντας τη Στέλλα να στριφογυρίζει στα πόδια της ακριβώς σαν την εικόνα στη σελίδα αυτού του βιβλίου

<<Πανέμορφος, ζηλιάρης αλλά και πανέξυπνος.Βούυυυταγε με τρόπο την παντόφλα κι έτρεχε κάτω από το κρεβάτι....>>

<<Αχ αυτό το κρεβάτι!!!>>... σκεφτόταν και αφερέθηκε η μαμά μιας και ανυπομονούσε να ξαπλώσει.


<<Μαμά, μαμά μην κοιμάσαι κοίτα αυτό εδώ το βιβλίο "Ένας καναπές στο διάστημα". Θα μου διαβάσεις λίγο>>


Η μαμά προσπάθωντας να κρατήσει τα βλέφαρα της ανοιχτά, άρχισε να διαβάζει.

 

<<Το Διδυμόπλοιο δουλεύει σαν ρολόι απ'τη Γενεύη!

Κάθε άλλος έλεγχος νομίζω περιττεύει.

Έτοιμος ήταν ο πλοηγός να βάλει μπρος για τον πλανήτη Δία,

αλλά ο καπετάνιος έδειχνε μια κάποια ανησυχία.

Ποτέ δεν πέφτει έξω η δική μου μύτη,

Άνθιμε, εδώ μυρίζει μπαρούτι.

Σνιφ!Σνιφ σνιφ σνιφ σνιφ σνιφ! >>


Η Στέλλα άρχισε να γελάει δυνατά. 

<<σνιφ σνιφ σνιφ σνιφ, πόσο αστείο>>,

<Αυτή είναι η μυρωδιά του διαστήματος>>

<<Όχι μαμά μυρίζει η φωτιά στο τζάκι. καλύτερα να τη σβήσουμε γιατί αλλιώς πως θα κατέβει ο Άγιος Βασίλης>>.

 

Η μαμά έσβησε τη φωτιά,

και σήκωσε τα χέρια ψηλά. 

<<Αυτό ήταν παραδίνομαι, δεν αντέχω ούτε λεπτό.

Αναλαμβάνει ο πατέρας σου, εγώ πάω να κοιμηθώ>>.

 

<<Μπαμπά θα μου διαβάσεις αυτό εδώ το παραμύθι;>>

<Η ευχή της Αστεράτης>,  ξεκίνησε ο μπαμπάς << Ο Φεγγαρένιος έδωσε εντολή και με ένα νεύμα του όλα τα αστεράκια της Ουρανοχώρας, μαζί και η Αστεράτη, ξεκίνησαν το ταξίδι τους προς τη Γη....>


Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι έγινε εκείνη τη στιγμή!!!


Μπαμπάς και Στέλλα αποκοιμήθηκαν και ροχάλιζαν αγκαλιασμένοι.

Η μαμά από το άλλο δωμάτιο ήταν λίγο αγχωμένη.

<<Πολλή ησηχία ακούω και ανησυχώ,

για να πάω δύο λεπτά να δώ>>.


Σηκώθηκε και προχώρησε προς το σαλόνι σιγά σιγά

και έμεινε να κοιτάει με τα μάτια γουρλωτά.

<<Απίστευτο, κοιμήθηκαν>>, είπε από μέσα της και έφυγε βολίδα για το κρεβάτι της το ζεστό,

μα από τη φούρια της χτύπησε στην πολυθρόνα το δαχτυλάκι της το μικρό.

<Αααουτς>, αναφώνησε και χοροπήδησε κρατώντας τη πατούσα της αγκαλιά

και τότε άκουσε << Είσαι καλά μαμά;>>..

 

Η Στέλλα είχε ξυπνήσει πλέον για τα καλά, 

και κοιτούσε τη μάμα που από τον πόνο χόρευε τσατσά. 

<<Δεν βλέπω να κοιμόμαστε μέχρι τα Χριστούγεννα τελικά>>, είπε αποφασιμένη κοιτώντας τον μπαμπά,

που από το ροχαλητό του μόνο, κατάλαβε ότι έβλεπε όνειρα γλυκά.


Η μαμά δεν το έβαλε κάτω και άρχισε να διαβάζει ένα ακόμη παραμυθάκι,

όσο η Στέλλα χάζευε έξω από το παραθυράκι.

<<Χιονούλα η μικρή αδεσποτούλα>>

<< Ο Σήφης έδωσε μερικές λιχουδιές στο φιλαράκι του, έπαιξαν για λίγη ώρα κι έπειτα κοιμήθηκαν αγκαλιασμένοι. Από εκείνη τη μέρα,το καλάθι κατέβαινε και κάθε απόγευμα ανέβαινε. Με αυτό τον τρόπο έμπαινε και έβγαινε από το δωμάτιο κρυφά, η Χιονούλα, όπως την ονόμασε ο Σήφης - μιας που του θύμιζε το αφράτο χιόνι...>>


<<Μαμά κοιτά χιονίζει!!!!>>, φώναξε με ενθουσιασμό.

κι όντως το χιόνι έπεφτε πυκνό πυκνό.

Όσο οι δυό τους κοιτούσαν το χιόνι έξω στην αυλή,

δεν άργησε να έρθει το πρωί.

 

<<Μπαμπά μπαμπά ξύπνα είναι παραμονή Χριστουγέννων. Σήμερα το βράδυ θα δω τον Άγιο Βασίλη από κοντά.

Ξύπνα σου λέω μπαμπά, μπαμπά,μπαμπαααααά>>.

Ο μπαμπάς όμως κοιμόταν τόσο βαθιά,

δεν τον ξυπνούσαν ούτε οι καμπάνες, ούτε άλλα όργανα μουσικά.


Τότε η Στέλλα έπιασε το αγαπημένο της βιβλίο <<Το Νυσταλέο αρκουδάκι >> και άρχισε να διαβάζει στον μπαμπά.


<<Αρκουδάκι νυσταλέο,

από τώρα θα σε λέω.

Δεν ξυπνάς κι όλο κοιμάσαι,

και τεμπέλης θέλεις να 'σαι.

Δεν διαβάζεις, δεν δουλεύεις,

μόνο τρώς, κοιμάσαι, παίζεις.>>


Καμία αντίδραση από τον μπαμπά.

<<Καλέ μαμά, μπας και δεν καταλαβαίνει Ελληνικά;>>

ρώτησε η Στέλλα όλο απορία τη μαμά.

Και η μαμά γελώντας απάντησε<< Εεε τότε ας το πούμε και Αγγλικά.>>

 

<<I will call you sleepy bear

Sleep is all about you care.

In a bed you're always  sleeping

and your eyes closed you're keeping.

You don't work, you never study,

you just eat,sleep and play nagging>>. 

 

Μα ο μπαμπάς πάλι δεν ξύπνησε και άλλαξε πλευρό

και η μαμά όλο αγανάκτηση είπε << Ας φύγουμε απο εδώ.

Μέσα μας περιμένει το κρεβάτι μας ζεστό ζεστό,

πάμε να πάρουμε έναν υπνάκο, σε εκλιπαρώ>>.

 

Ξάπλωσαν και η μαμά άρχισε να διαβάζει το βιβλίο " Θέλεις...Θέλω...Έγινε..." 

<<Βάλε ένα τούβλο.,

να βάλω ένα ακόμη κι εγώ.

Τότε θα κοιμόμαστε ήσυχοι,

χτίζοντας πύργους προστασίας ψηλούς.

Το έχουμε όλοι μας ανάγκη κάθε μέρα να δίνουμε στους γύρω μας τον καλύτερο μας εαυτό.>>


συνέχισε με το επόμενο βιβλίο " Πετάει,πετάει ... ο χειμώνας?".


<<Λαμπιόνια και στολίδια στολίζουν τον ουρανό. Τα σπίτια μοσχοβολούν αγάπη και ψημένα μπισκότα. Ο Δεκέμβρης φοράει τα καλά του.Παίρνει το τρίγωνό του και τρέχει να βρει τους φίλους του. - Να τα πούμε; >>


<<Μαμά να σου πω κι εγώ κάτι; >>

<<Ναι αγάπη μου, πες μου>>.

<< Πότε θα έρθουν τα Χριστούγεννα; >>

<<Μόλις κοιμηθείς λιγάκι>>, είπε η μαμά και συνέχισε να διαβάζει.


"Ο Βίκτωρας Ταξιδεύει στη Χώρα των Σπηλαίων",

<<Έξω ήταν απόλυτο σκοτάδι. Ο μικρός Βίκτωρας κοιμόταν στο κρεβατάκι του ανέμελα. Δεν ήξερε ότι αυτή θα ήταν μια συνηθισμένη μέρα. Είχε φτάσει η ώρα του μεγάλου ταξιδιού. 

- Ξύπνα Βικ! Τικ-τι-Ρικ!, φώναξε στο αυτί του ο αγαπημένος του φίλος Βίτους. Ο Βίκτωρας γύρισε από την άλλη πλευρά...>>


Η Στέλλα άρχισε να νυστάζει τώρα αληθινά!

 <<Να τη θα κοιμηθεί>>, σκέφτηκε η μαμά.

και δεν σταμάτησε καθόλου, συνέχισε το διάβασμα. 


Δεν πρόλαβε να το τελειώσει και οι δυό τους κοιμήθηκαν γλυκά

ροχάλιζαν κι αυτές, σαν τον μπαμπά, πολύ δυνατά.

Όνειρα γλυκά βλέπανε, το ένα μετά το άλλο

τόσο βαθιά που δεν άκουσαν έναν θόρυβο μεγάλο.

Ήταν το έλκυθρο του Άγιου Βασίλη που είχε προσγειωθεί στη σκεπή,

αυτή η βραδιά ήταν σίγουρα πέρα ως πέρα μαγική.

 

Ο Άγιος Βασίλης άφησε τα δώρα κάτω από το δεντράκι,

φεύγοντας τσίμπησε και ένα μπισκοτάκι. 

Συνέχισε το ταξίδι του να μοιράσει τα δώρα σε όλα τα παιδιά,

που όπως καλά μαντεύετε, ήταν όλα βιβλία παιδικά.

 

Έτσι ξημέρωσε Χριστούγεννα η πιο όμορφη γιορτή,

και σύντομα, τη Στέλλα θα περίμενε μια έκπληξη φοβερή.

Μπορεί να μην κατάφερε να δεί τον Άγιο Βασίλη από κοντά, όπως είχε στο μυαλό

απέκτησε όμως έναν καινούργιο θησαυρό.

Καινούργια βιβλία θα είχε τώρα στη δική της Βιβλιοθήκη,

τόσα πολλά που αν τα έβαζες το ένα δίπλα στο άλλο θα έφτανες μέχρι και τη Θεσσαλονίκη.

 Εξάλλου το είχε γράψει και στο γράμμα για τον Άγιο Βασίλη καθαρά,

<<Φέτος για δώρο θέλω ένα παιδικό βιβλίο, να διαβάζουμε μαζί με τη μαμά και τον μπαμπά.

Αυτή την ώρα που διαβάζουμε μαζί και η φαντασία μας ταξιδεύει σε μέρη μαγικά,

δεν θα την άλλαζα ακόμη και για όλου του κόσμου τα λεφτά.>>

 

Μπορείτε να φανταστείτε τι έγινε μετά; 

Καλά Χριστούγεννα και καλή Πρωτοχρονιά!!

 

*************************************************************

 Στην παρακάτω λίστα, θα βρείτε ομορφές και μοναδικές προτάσεις για ένα δώρο Χριστουγέννων που αρέσει σε όλα τα παιδιά, κι αυτό δεν είναι άλλο από ένα παιδικό βιβλίο! Πατώντας πάνω στον τίτλο θα ανακατευθυνθείτε στην σελίδα όπου θα μπορέσετε να πραγματοποιήσετε την αγορά σας.

 

  •  " Θέλεις...Θέλω...Έγινε..." από Ζαχαρούλα Τζίνη, εκδόσεις Διάπλους.
 


 

Σας ευχόμαστε από καρδιάς, Καλά και μαγευτικά Χριστούγεννα!!!!

 

 Ένα τεράστιο ευχαριστώ για τους φίλους συγγραφείς που δέχτηκαν να φιλοξενηθούν τα κείμενα και οι φωτογραφίες από τα βιβλία τους στο κανάλι μας. 

 

Για να διαβάσετε περισσότερα προσωποποιημένα παραμύθια πατήστε στην αντίστοιχη καρτέλα που βρίσκεται στο μενού μας.

Μην ξεχάσετε να κάνετε εγγραφή στο κανάλι του Παραμυθόσαυρου εδώ.


Πνευματικά Δικαιώματα Εμμανουέλα Θεοχαροπούλου ©2022 ( εκτός από την αναφορά σε περιεχόμενο των βιβλίων που ανήκει στους συγγραφείς και τους εκδοτικούς τους, όπως έχουν αναφερθεί πιο πάνω)







Print Friendly and PDF

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου